-
1 επικαμπίω
-
2 ἐπικαμπίῳ
-
3 επικαμπιον
τό изгиб, излом, угол(τῆς στοᾶς Plut. - v. l. ἐπικάμπειον)
ἐν ἐπικαμπίῳ Polyb., Diod. — углом, в виде угла -
4 ἐπικάμπιος
ἐπικάμπ-ιος, ον,A = ἐπικαμπής, curved, τοῖχοι, τείχη, Ph.Bel.80.11, 82.3; ἐ. τάξις an order of battle in which one or both wings formed an angle with the centre, being either thrown forwards to attack the enemy in flank (cf. ἐπικαμπή), or backwards so as to meet a flank attack, Plb.6.31.2, D.S.17.57; also as a march formation, Ascl.Tact.11.1.II. Subst. ἐπικάμπιον, τό, = ἐπικαμπή, Arr.Tact.26.7;ἐπικαμπίου τάξις Ael.Tact.31.4
; ἐν ἐπικαμπίῳ, opp. ἐν μετώπῳ, Polyaen.4.3.22, cf. Plb. 5.82.9; also of fleets in naval warfare, Id.1.27.4.2. of buildings, wing,τὸ ἐ. τῆς στοᾶς Plu.2.594b
; τῇ ἐξέδρᾳ τῇ ἐν τῷ ἐ. IG12(9).234 (Eretria, i B.C.), cf. 12(8).266 ([place name] Thasos), AJA19.333 ([place name] Atalante).3. ἐπικάμπια, τά, nodal points of the moon's orbit, Ptol.Tetr. 167, Doroth. in Cat.Cod.Astr.6.91.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπικάμπιος
См. также в других словарях:
ἐπικαμπίῳ — ἐπικάμπιος curved masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επικάμπιος — ἐπικάμπιος, ον (Α) [επικάμπτω] 1. επικαμπής, κυρτός 2. «ἐπικάμπιος τάξις» διάταξη μάχης κατά την οποία η μία ή και οι δύο πτέρυγες σχηματίζουν γωνία προς το μέσο τής φάλαγγας και προωθούνται για να πλευροκοπήσουν τον εχθρό ή οπισθοχωρούν για να… … Dictionary of Greek